Αγορά Ενέργειας – Οι προκλήσεις της νέας χρονιάς
Μιχάλης Βερροιόπουλος, Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης, ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ
Οι προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο ενεργειακός τομέας στη χώρα μας τη χρονιά που διανύουμε είναι πολλές με αρκετές από αυτές να φαντάζουν κρίσιμες για τη βιωσιμότητά του, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς το περιβάλλον γεωπολιτικών αναταραχών, υψηλών τιμών ενέργειας, αύξησης του κόστους των πρώτων υλών και καυσίμων και συνεχιζόμενων διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Στα καθ΄ ημάς και ιδιαίτερα στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Αποθήκευσης, στον οποίο όλοι προσβλέπουμε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον, μπορούμε να εντοπίσουμε τέσσερις μείζονες προκλήσεις για το 2023:
1. Η θέση σε εφαρμογή, μετά τη διαβούλευση, ενός νέου φιλόδοξου αλλά και ρεαλιστικού συνάμα Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα που θα μας οδηγήσει στο 2030 και ακόμα πιο πέρα στο 2040 και 2050. Ας σημειωθούν κάποιες κρίσιμες παράμετροι που κατά γενική ομολογία θα ενισχύσουν την αξιοπιστία του νέου ΕΣΕΚ:
2. Η ολοκλήρωση και θέσπιση ενός συνεκτικού και σε συμφωνία με τους Κλιματικούς στόχους, Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, την Αποθήκευση και τις υποδομές που τις στηρίζουν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθειά της να βοηθήσει τα κράτη μέλη στις πολιτικές απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα πρότεινε την θέσπιση των περίφημων “Go to Areas” δηλαδή περιοχών σε κάθε χώρα όπου η ανάπτυξη των ΑΠΕ θα γίνεται γρήγορα στη βάση προηγούμενου περιβαλλοντικού και κοινωνικού ελέγχου. Ήδη η χώρα μας προχωρά στην κατεύθυνση αυτή με τη θέσπιση των περιοχών «πρώτης επιλογής».
Ο σχεδιασμός των περιοχών αυτών αποτελεί από μόνος του πρόκληση. Η επιλογή θα πρέπει να γίνει με επιστημονική αξιοπιστία – χωρίς οριζόντιες «τυφλές» απαγορεύσεις, με τη μεγαλύτερη διαφάνεια, συμμετοχή και υποστήριξη όλων των ενδιαφερόμενων πλευρών.
3. Η απλοποίηση της αδειοδότησης των έργων ΑΠΕ και Αποθήκευσης ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε. Δεν αρκεί όμως από μόνο του για να προσφέρει ένα καθαρό διάδρομο για επενδύσεις και μάλιστα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα όπως επιβάλλεται από τους στόχους που τίθενται. Απαιτούνται πρόσθετες δράσεις σε τρεις τουλάχιστον κατευθύνσεις. Πρώτον στον «εξορθολογισμό» του όλου συστήματος αδειοδότησης (περιβαλλοντικής – απόδοσης όρων σύνδεσης κλπ.) με βάση την έως τώρα εμπειρία έτσι ώστε να προχωρούν και να επιβραβεύονται έργα με εξασφαλισμένη χρηματοδοτική επάρκεια, ασφαλές σχέδιο απορρόφησης της παραγόμενης ενέργειας από την κατανάλωση, ορατό και δεσμευτικό χρονικό ορίζοντα υλοποίησης.
Δεύτερον στην ενίσχυση με ανθρώπινους και άλλους πόρους του αδειοδοτικού μηχανισμού του κράτους (κεντρικού και αποκεντρωμένου) καθώς και των αντίστοιχων μηχανισμών του Ρυθμιστή και των Διαχειριστών των δικτύων.
Τρίτον με την επιτάχυνση της εκπόνησης, θέσπισης και υλοποίησης μιας σειράς ρυθμιστικών αποφάσεων, κανονισμών, οδηγιών που είναι απαραίτητες όχι μόνο για τη λειτουργία πολλών έργων / δράσεων (π.χ. Green pool, υπεράκτια αιολικά, μπαταρίες, υβριδικά, πράσινα καύσιμα κλπ.) αλλά γενικότερα για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Η ολοκλήρωση όλου αυτού του πλαισίου κανονιστικών και ρυθμιστικών αποφάσεων – έργο τιτάνιο από όποια σκοπιά και αν το δει κανείς- θα δώσει την περίφημη επενδυτική ασφάλεια και θα οδηγήσει σε ένα καθαρό επενδυτικό διάδρομο.
4. Οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου πρόκειται να αλλάξουν. Σε ποιο βάθος και σε ποια κατεύθυνση είναι κάτι που θα αποφασισθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκεί εξ άλλου που στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας οργανώθηκαν. Σε κάθε περίπτωση θεμελιώδεις αρχές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε αυτή η αγορά έχουν πάψει να ισχύουν. Αρκεί μόνο να αναφερθεί ότι το δεδομένο της διακίνησης τεράστιων ποσοτήτων φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία δεν υφίσταται πλέον. Αυτό σε συνδυασμό με την απόφαση για απαλλαγή από τον λιγνίτη θέτει για τη δική μας αγορά μείζονες προκλήσεις αναφορικά με το ποια μέτρα είναι τα προσφορότερα για την από-ανθρακοποίηση που εξασφαλίζουν παράλληλα βιώσιμες τιμές ενέργειας.
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι κατά τη γνώμη μας μονοσήμαντη. Η ελληνική αγορά ενέργειας μπορεί να αναπτυχθεί αν στηρίζεται πρωταρχικά σε επενδύσεις ισχυρής και ορατής εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Η Ελλάδα είναι ανταγωνιστική εκεί που διαθέτει τα αντίστοιχα πλεονεκτήματά της, πρώτα και κύρια στο επιστημονικό της δυναμικό, στις κατασκευαστικές της δυνατότητες, στο πλούσιο υδάτινο δυναμικό της, αλλά και στην ελληνική επιχειρηματικότητα.
Το άρθρο περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του worldenergynews.gr για τις προτεραιότητες και τις προκλήσεις
στην Αγορά Ενέργειας.